Η μαγεία των χρωμάτων
Ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης είναι η Φύση. Βαθιά, μέσα στα σκοτάδια της γης και στους πυθμένες των ωκεανών, σμιλεύει και ζωγραφίζει, φτιάχνει στο σκοτεινό και σιωπηλό εργαστήρι της, εκεί που δεν τη βλέπει και δεν την ακούει κανείς, τα δικά της αριστουργήματα.
Ορυκτά και πετράδια… Σχήματα και χρώματα… Ομορφιές, που ίσως δεν δουν το φως ποτέ… Ο χρόνος δεν τη βιάζει: Μπορεί να περιμένει εκατομμύρια χρόνια!
Έχει στην παλέτα της τα πιο λαμπερά κοραλλένια κόκκινα, το φανταστικό πράσινο του νεφρίτη, τη γλυκιά απόχρωση του μελένιου κεχριμπαριού, το γαλάζιο του τιρκουάζ, το μυστηριακό μαύρο του γιούσουρι, τα πολύχρωμα «νερά» του αχάτη, τους ιριδισμούς που παιχνιδίζουν πάνω στο σεντέφι, τις μύριες γαιώδεις αποχρώσεις του ίασπη.
Κάθε κομπολόι από αυθεντικά φυσικά υλικά είναι ένα μαγευτικό φανέρωμα όλης αυτής της ομορφιάς στα μάτια μας!
Με χάντρες όμορφα στρογγυλεμένες, μικρές ή μεγάλες: Τα «κλασικά» κομπολόγια, κάπως έτσι έχουν περάσει στη συνείδηση όσων ίσως δεν έχουν ασχοληθεί ιδιαίτερα μ’ αυτά. Στην πραγματικότητα, όμως, η ποικιλία της μορφής τους είναι ατέλειωτη. Δεν υπάρχει μονοτονία ή επανάληψη.
Είτε από απλοϊκότητα, είτε από εκζήτηση, είτε από ανάγκη, οι άνθρωποι έδιναν απ’ τα παλιότερα ήδη χρόνια στα κομπολόγια τους μια διαφορετικότητα. Χάντρες οβάλ, κυλινδρικές, σχεδόν επίπεδες, πολυεδρικές ή και τελείως ακανόνιστες… Από ένα ταπεινό κουκούτσι, ίσαμε ένα πέτρωμα σπάνιο, κάθε τι μπορούσε να γίνει υλικό για ένα κομπολόι με ξεχωριστή προσωπικότητα.
Σε άλλα κομπολόγια, πάλι, οι χάντρες ομορφαίνουν με περίτεχνα κεντίδια: Το αληθινό ασήμι γίνεται «κλωστή» και φτιάχνει πάνω στις χάντρες δαντέλες… Το τιρκουάζ, το κεχριμπάρι, το λάπις λάζουλι, τους προσθέτουν τα χρώματα που δεν έχουν…
Τα σκαλιστά ή «κεντητά» αυτά κομπολόγια, ατέλειωτα σε ποικιλία, είναι συχνά αριστουργήματα!
Το πιο γλυκό τραγούδι, είναι του κεχριμπαριού. Ανάλαφρο και απαλό στο χέρι, το κεχριμπαρένιο κομπολόι ένα χάδι θέλει μονάχα για να μας ψιθυρίσει τη γοητευτική του ιστορία και να γλυκάνει τα φυλλοκάρδια μας με τη μελωδική του συντροφιά...
Πέρα όμως από τη γλυκιά του «λαλιά», το κεχριμπάρι, χάρη στην ενέργεια που περικλείει, έχει τη δύναμη να χαλαρώνει το νευρικό μας σύστημα διώχνοντας, έστω και πρόσκαιρα, τις έγνοιες… Το χρώμα, η ζεστασιά και οι ηλεκτρικές του ιδιότητες του έχουν χαρίσει φήμη ουσίας προστατευτικής, σχεδόν μαγικής!
Το κεχριμπάρι ήταν γνωστό και πολύτιμο από τα αρχαιότατα χρόνια… Δουλεμένο από το χέρι του άνθρωπου κεχριμπάρι – ένα κρεμαστό φυλαχτό με τέσσερις ανθρώπινες φιγούρες – έχει βρεθεί στη Δανία και υπολογίστηκε ότι είναι του 7.000 π.Χ. Μα ακόμα παλιότερες είναι οι κεχριμπαρένιες χάντρες που ανακαλύφθηκαν σε μια σπηλιά στη Νότιο Αγγλία, στα βράχια του Τσένταρ Κρέσουελ, και που χρονολογούνται μεταξύ 9 και 11.000 π.Χ.
Δεν είναι τυχαίο που και ο Όμηρος, για να καταδείξει τη σημασία του κεχριμπαριού, του δίνει θέση περίοπτη, κοντά στο χρυσάφι. Το ανάγει έτσι σε υλικό εξίσου πολύτιμο και αντάξιο ενός ηγεμόνα σαν τον ισχυρό Ευρύμαχο, το μυθικό βασιλιά του λαού των Φλεγύων της Θεσσαλίας!
Του Ευρύμαχου περίτεχνη του φέρανε αλυσίδα,
κεχριμπαρένια και χρυσή, που έλαμπε σαν τον ήλιο
Ομήρου Οδύσσεια, Ραψωδία Σ΄ (μετάφραση Αργύρη Εφταλιώτη)
Έχουν πει για το κομπολόι, πως είναι κάτι σαν βάλσαμο για την ψυχή. Πως έχει τη δύναμη, τις ώρες της στενοχώριας, να αμβλύνει τα θλιβερά μας συναισθήματα – έστω και μόνο διότι η επαναλαμβανόμενη μηχανική κίνηση στην οποία μας παρασύρει, αποσπά το νου μας από τον καημό μας.
Είναι λοιπόν, τάχα, το κομπολόι η μαγική ασπίδα ενάντια στους καημούς; Βρήκαμε τόσο εύκολα το μυστικό της ευτυχίας; Ίσως όχι απόλυτα, αλλά και ναι! Γιατί ο καημός, τι άλλο είναι παρά μια αρνητική ψυχική διάθεση, ένα σαράκι; Και αυτή τη διάθεση, τι άραγε μπορεί να την αντισταθμίσει και να την ανατρέψει αποτελεσματικότερα, από μια άλλη ψυχική διάθεση, διάθεση θετική;
Κι όμως δεν τρέχει τίποτα, ούτε καημός με τρώει,
Ας είν’ καλά, βρε μάγκες μου, το μαύρο κομπολόι»
Σίγουρα, η λαϊκή μούσα εκφράζει συχνά μεγάλες αλήθειες… Έτσι, πολύ απλά, έστω και μοναχά με δυο τρεις λέξεις, όπως αυτό το «ούτε καημός με τρώει» στο ζεϊμπέκικο Δ. Ευσταθίου…
Ασφαλώς, μερικές χάντρες κανένα πρόβλημα δεν λύνουν! Και το όποιο κομπολόι, καμιά πραγματικότητα δεν μπορεί να την αλλάξει. Μπορεί όμως ν’ αλλάξει – με τη συντροφιά του, τη μουσική του, με το παρήγορο χάδι του στο χέρι μας – την ψυχική μας στάση απέναντι στα όσα καθημερινά μας τυραννούν, μας θολώνουν το νου, μας φοβίζουν και μας κουράζουν, μέσα στο εξοντωτικά ανταγωνιστικό περιβάλλον που ζούμε.
Η κατευναστική επίδραση του κομπολογιού δεν αμφισβητείται από κανέναν. Η μηχανική επαναληπτική κίνηση που κάνουμε «ξεκοκκίζοντάς» το είναι – όπως και πολλοί ψυχίατροι παραδέχοννται – μοναδικό αγχολυτικό και αντικαταθλιπτικό, ιδανική διέξοδος από τη νευρικότητα, την αμηχανία, την αγωνία ή και την πλήξη.
Γιατί είναι σαν άνθρωπος… Τον βλέπεις, τον ακούς, τον αγγίζεις…
Είναι μια απτή θερμή παρουσία τις ώρες της ρέμβης, του στοχασμού, της μοναξιάς σου… Τις ώρες που έχεις ανάγκη να χαλαρώσεις, να ξεκουραστείς, να τα ξεχάσεις όλα και να γαληνέψεις.
Αμέθυστος, νεφρίτης, ίασπις, τιρκουάζ, αχάτης… Υλικά για κομπολόγια με ξεχωριστή προσωπικότητα! Σε πολλές από τις πέτρες αυτές αποδόθηκαν ιδιότητες «μαγικές» και ιαματικές. Το τιρκουάζ το είχαν οι Αιγύπτιοι, οι Πέρσες και οι Αζτέκοι για φυλαχτό. Φυλαχτό και το «Μάτι της Τίγρης». Το νεφρίτη τον βάφτισαν έτσι οι Έλληνες γιατί θεράπευε, πίστευαν, ασθένειες των νεφρών. Ενώ ο αχάτης, μπορούσε να γιάνει δαγκώματα σκορπιών και φιδιών.
«… και η λαμπρότης αυτής ήτο ομοία με λίθον πολύτιμον,
ως λίθον ίασπιν κρυσταλλίζοντα»
Αποκάλυψη Ιωάννου κεφ. Κα΄:11
Ο έβενος, πρώτο που έρχεται στο νου παράδειγμα: Το σκοτεινό έως και κατάμαυρο ξύλο του, ποιότητας εκλεκτής, στιλβώνεται υπέροχα αποκτώντας μοναδική λάμψη. Εδώ και χιλιάδες χρόνια το γνώριζαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι εβενουργοί, που έχουν φτιάξει μ’ αυτό αριστουργήματα. Πρόκειται για ένα ξύλο ιδιαίτερα σκληρό και συμπαγές, που έχει την ιδιότητα να μην επιπλέει διότι είναι βαρύτερο απ’ το νερό.
Η εποχή μας, με την καταστροφική της τάση να ψευτίζει τα πάντα, δεν εξαιρεί από τα θύματά της το κομπολόι: Οι όμορφες χάντρες του γίνονται μεταλλικές, μαζικά βιομηχανικές, πλαστικές. Το παραδοσιακό κορδόνι του κάνει τόπο σε αλυσίδες, σε άχαρα πέτσινα κορδόνια ή νάιλον κλωστές. Η πλούσια μεταξωτή του φούντα συχνά εξαφανίζεται. Έχει σημασία; Βεβαίως, ναι. Όχι όμως αρνητική, αλλά απόλυτα θετική.
Διότι μέσα σ’ αυτό το θλιβερό περιβάλλον των φτηνών εμπορικών υλικών που πλημμυρίζουν σήμερα τις αγορές, η ακατάλυτη ομορφιά, η τρυφερή μελωδικότητα και το μοναδικό «άγγιγμα» των γνήσιων κομπολογιών φανερώνεται ακόμη εντονότερα. Το αληθινό μελένιο κεχριμπάρι, το γιούσουρι του βυθού, το παλιό παιγμένο kahraman, τα πετράδια που έγιναν χάντρες – νεφρίτης, ίασπις, αχάτης σε χρώματα ζωγραφισμένα με μαεστρία απ’ το χέρι της Φύσης – παραμένουν πάντα αξίες σταθερές.